Anonymous

ἀμφίμακρος: Difference between revisions

From LSJ
big3_3
(6_17)
(big3_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφίμακρος''': -ον, μακρὸς κατ’ ἀμφότερα τὰ [[ἄκρα]]: - ὁ ἀμφ. μετρικὸς ποὺς -υ- (ὡς [[Οἰδίπους]]), καλούμενος καὶ κρητικός, Γραμμ.
|lstext='''ἀμφίμακρος''': -ον, μακρὸς κατ’ ἀμφότερα τὰ [[ἄκρα]]: - ὁ ἀμφ. μετρικὸς ποὺς -υ- (ὡς [[Οἰδίπους]]), καλούμενος καὶ κρητικός, Γραμμ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />subst. ὁ ἀ. métr. [[largo en ambos extremos]] e.d. el pie métrico [[anfímacro]] o [[crético]] (¯˘¯) Heph.3.2, Quint.<i>Inst</i>.9.4.81.
}}
}}