Anonymous

ἀνασθμαίνω: Difference between revisions

From LSJ
big3_4
(6_1)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνασθμαίνω''': [[ἀναπνέω]] [[μετὰ]] δυσκολίας, ἐκ δὲ μόγοιο λάβρον ἀνασθμαίνοντες Κόϊντ. Σμ. 4. 244.
|lstext='''ἀνασθμαίνω''': [[ἀναπνέω]] [[μετὰ]] δυσκολίας, ἐκ δὲ μόγοιο λάβρον ἀνασθμαίνοντες Κόϊντ. Σμ. 4. 244.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[respirar con dificultad]], [[entrecortadamente]] Opp.<i>H</i>.5.212, cf. Q.S.4.244, 8.374.
}}
}}