Anonymous

ἀνεπίγνωστος: Difference between revisions

From LSJ
big3_4
(6_18)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεπίγνωστος''': -ον, ὁ μὴ σαφῶς γινωσκόμενος, [[μέχρι]] [[πότε]] τῆς ἀνεπιγνώστου ταύτης δεσπόσομεν ἡγεμονίας; [[Ἑρμῆς]] ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 968. -Ἐπίρρ. -τως Πολύβ. 18. 1, 16.
|lstext='''ἀνεπίγνωστος''': -ον, ὁ μὴ σαφῶς γινωσκόμενος, [[μέχρι]] [[πότε]] τῆς ἀνεπιγνώστου ταύτης δεσπόσομεν ἡγεμονίας; [[Ἑρμῆς]] ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 968. -Ἐπίρρ. -τως Πολύβ. 18. 1, 16.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> [[no conocido]], [[desconocido]] πρὸς ἀνεπίγνωστον εἶναί με para que yo permanezca sin ser conocido</i>, <i>BGU</i> 1816.20 (I a.C.), cf. Herm.23.50<br /><b class="num">•</b>del Espíritu Santo ἀ. πάντως ἡ τοῦ Πνεύματος φύσις Gr.Nyss.<i>Eun</i>.1.427.<br /><b class="num">II</b> c. gen.<br /><b class="num">1</b> [[que no conoce]], [[desconocedor de]] ἡ δὲ ἐπιθυμία ... χρόνου οὖσα [[ἀνεπίγνωστος]] Simp.<i>in de An</i>.299.37.<br /><b class="num">2</b> subst. τὸ ἀ. [[la imposibilidad de conocer]] τῆς συμβολῆς I.<i>AI</i> 12.90.<br /><b class="num">III</b> adv. -ως: γίγνεσθαι ἀ. [[no ser discernible]] τὸ [[διάστημα]] Plb.18.18.16.
}}
}}