Anonymous

ἀπαραχάρακτος: Difference between revisions

From LSJ
big3_5
(6_18)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπαραχάρακτος''': -ον, ὁ μὴ παραχαραχθείς, ὁ μὴ [[κίβδηλος]], Δημόκρ. παρὰ Γαλ. 14. 135· πρβλ. Ἡσύχ. ἐν λεξ. ἀπαράσημον. ― Ἐπίρρ. -τως Ὠριγέν.
|lstext='''ἀπαραχάρακτος''': -ον, ὁ μὴ παραχαραχθείς, ὁ μὴ [[κίβδηλος]], Δημόκρ. παρὰ Γαλ. 14. 135· πρβλ. Ἡσύχ. ἐν λεξ. ἀπαράσημον. ― Ἐπίρρ. -τως Ὠριγέν.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no falsificado]], [[auténtico]] Λεμνίαν ἔχων ... ἀ. cogiendo tierra lemnia auténtica</i> Damocr. en Gal.14.135, [[δόξα]] Cyr.Al.M.74.208C.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[auténticamente]] Origenes <i>Io</i>.5.8.
}}
}}