Anonymous

ἀπεσκληρυμμένως: Difference between revisions

From LSJ
big3_5
(6_6)
(big3_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπεσκληρυμμένως''': ἐπίρρ. τοῦ [[ἀποσκληρύνω]] = τῷ προηγ., Α. Β. 422.
|lstext='''ἀπεσκληρυμμένως''': ἐπίρρ. τοῦ [[ἀποσκληρύνω]] = τῷ προηγ., Α. Β. 422.
}}
{{DGE
|dgtxt=adv. sobre el part. pas. de [[ἀποσκληρύνω]] q.u. [[obstinadamente]] ἀναισθήτως ἔχων καὶ ἀ. <i>AB</i> 422.
}}
}}