3,274,216
edits
(6_5) |
(big3_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποβρόξαι''': ἀόρ. τοῦ ἀποβρόχω, [[καταπίνω]], [[καταβροχθίζω]] [[μέρος]] πράγματός τινος, (ἴδε ἐν λ. ἀναβρόξειε, [[καταβρόξειε]]), διάφ. γραφ. ἐν Ἀνθ. Π. 7. 506. | |lstext='''ἀποβρόξαι''': ἀόρ. τοῦ ἀποβρόχω, [[καταπίνω]], [[καταβροχθίζω]] [[μέρος]] πράγματός τινος, (ἴδε ἐν λ. ἀναβρόξειε, [[καταβρόξειε]]), διάφ. γραφ. ἐν Ἀνθ. Π. 7. 506. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=aor. [[tragar]] (με) ἀπέβροξεν δ' ἄχρις ἐπ' ὀμφαλίου <i>AP</i> 7.506 (Leon.). | |||
}} | }} |