Anonymous

ἀπόμελι: Difference between revisions

From LSJ
big3_6
(6_21)
(big3_6)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπόμελι''': τό, [[ὑδρόμελι]], [[εἶδος]] πενιχροῦ ποτοῦ, Διοσκ. 5. 17· -[[ὡσαύτως]] [[ὀξύγλυκυ]], τό, Γαλην.
|lstext='''ἀπόμελι''': τό, [[ὑδρόμελι]], [[εἶδος]] πενιχροῦ ποτοῦ, Διοσκ. 5. 17· -[[ὡσαύτως]] [[ὀξύγλυκυ]], τό, Γαλην.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ιτος, τό<br />[[aguamiel]], [[hidromel]] καλοῦσι δέ τινες καὶ ἀ. τὸ ἐκπλυνομένων τῶν κηρίων ὕδατι σκευαζόμενον ὑδρόμελι καὶ ἀποτιθέμενον Dsc.5.9, [[ἀπόμελι]] δὲ κάλλιστον ἐν ὕδατι σκευάζεται Gal.6.274, ὑδρόμελι δὲ καὶ [[ἀπόμελι]] καὶ μελίμηλον αὐτὰ μὲν ἐφ' ἑαυτῶν οὐκ ἐπιτήδεια πόματα Antyll. en Orib.5.29.8, cf. Dieuch.19.7, Alex.Trall.1.309.14, 327.8, 335.6.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Comp. de ἀπό c. valor peyor. y μέλι, q.u.
}}
}}