Anonymous

ἀττελεβόφθαλμος: Difference between revisions

From LSJ
big3_7
(6_17)
(big3_7)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀττελεβόφθαλμος''': -ον, ἔχων ὀφθαλμοὺς ἀκρίδος, τ. ἔ. προέχοντας καὶ ἀτενεῖς, Εὔβουλ. ἐν «Σφιγγοκαρίωνι» 1. 10.
|lstext='''ἀττελεβόφθαλμος''': -ον, ἔχων ὀφθαλμοὺς ἀκρίδος, τ. ἔ. προέχοντας καὶ ἀτενεῖς, Εὔβουλ. ἐν «Σφιγγοκαρίωνι» 1. 10.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[de ojos saltones]] como el [[ἀττέλεβος]] Eub.106.10.
}}
}}