Anonymous

γονυπετής: Difference between revisions

From LSJ
big3_10
(6_7)
(big3_10)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γονῠπετής''': -ές, (πεσεῖν) πίπτων εἰς τὰ γόνατα, ἕδραι γον., ἡ [[στάσις]] τοῦ γονατισμένου, γονατιστός, Εὐρ. Φοιν. 293, Συνέσ. Ἐπ. 57.
|lstext='''γονῠπετής''': -ές, (πεσεῖν) πίπτων εἰς τὰ γόνατα, ἕδραι γον., ἡ [[στάσις]] τοῦ γονατισμένου, γονατιστός, Εὐρ. Φοιν. 293, Συνέσ. Ἐπ. 57.
}}
{{DGE
|dgtxt=(γονῠπετής) -ές<br /><b class="num">1</b> [[postrado de hinojos]] σῶμα Tim.15.176, ἕδραι γονυπετεῖς posturas arrodilladas</i> E.<i>Ph</i>.293, ἱκέτης Synes.<i>Ep</i>.41 (p.58), como pred. ὁ δ' ... γ. ἐδεῖτο [[αὐτοῦ]] App.<i>Ill</i>.9, ἀποδέχονται γονυπετεῖς τὴν ἐπαρχότητα reciben postrados de hinojos el cargo de prefecto</i> Lyd.<i>Mag</i>.2.9.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[de hinojos]] προτρέποντος Lyd.<i>Mag</i>.2.17.
}}
}}