Anonymous

γρυπόομαι: Difference between revisions

From LSJ
big3_10
(6_20)
(big3_10)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''γρῡπόομαι''': παθ. , [[γίνομαι]] καμπουρωτὸς ἢ [[καμπύλος]], [[κυρτός]]˙ ἐπὶ τῶν ὀνύχων, Ἱππ. Προγν. 42˙ πρβλ. [[γρυπαίνω]].
|lstext='''γρῡπόομαι''': παθ. , [[γίνομαι]] καμπουρωτὸς ἢ [[καμπύλος]], [[κυρτός]]˙ ἐπὶ τῶν ὀνύχων, Ἱππ. Προγν. 42˙ πρβλ. [[γρυπαίνω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=[[curvarse]] ὄνυχες Hp.<i>Prog</i>.17, Gal.8.47, Alex.Aphr.<i>Pr</i>.2.18, pero γρυποῦνται δὲ ὄνυχας Hp.<i>Coac</i>.396, cf. Dionysius en Harp.s.u. γρυπάνιον, Hsch.s.uu. γρυμπάνειν, γρύπτειν, <i>EM</i> 242.9G.
}}
}}