Anonymous

διαγιγνώσκω: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(Autenrieth)
(big3_11)
Line 18: Line 18:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=aor. 2 inf. διαγνῶναι: recognize [[distinctly]], [[distinguish]]. (Il.)
|auten=aor. 2 inf. διαγνῶναι: recognize [[distinctly]], [[distinguish]]. (Il.)
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> jón. y át. tard. -γῑνώσκω<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [lacon. aor. imperat. 3<sup>a</sup> plu. διαγνόντο <i>Schwyzer</i> 57B.11 (Tegea V a.C.), arcad. διαγνόντω <i>Schwyzer</i> 656.8 (Tegea IV a.C.), ciren. διαγνόντωσαν <i>SEG</i> 9.1.29 (Cirene IV a.C.), dór. inf. διαγνώμεναι Archyt.B 1, lacon. διαγνόμεν <i>Schwyzer</i> 57A.7 (Tegea V a.C.)]<br /><b class="num">I</b> en rel. c. dos o más términos [[distinguir]], [[discernir]] c. ac. de concr. y abstr. ὀστέα Πατρόκλοιο <i>Il</i>.23.240, πάντα ... ῥῖνες ἂν διαγνοῖεν Heraclit.B 7, τά τε αἰσχρὰ καὶ τὰ καλὰ καὶ τὰ κακά Hp.<i>Morb.Sacr</i>.14, τὸν καλόν τε καὶ αἰσχρὸν ἔρωτα Pl.<i>Smp</i>.186c, τὴν θήλειαν καὶ τὸν ἄρρενα Arist.<i>HA</i> 613<sup>a</sup>16, ὥστε μηδένα ἂν διαγνῶναι πρὸς τὰς κεραμέας (κύλικας) Thphr.<i>HP</i> 5.3.2, τὸ ἀκέραιον καὶ τὸ πεπονηκός Plu.2.782e, en v. pas. (τὸν χαλκὸν) ὥστε μὴ διαγινώσκεσθαι τῇ χρόᾳ πρὸς τὸν χρυσόν de manera que no se distingue (el bronce) del oro en la superficie</i> Arist.<i>Mir</i>.834<sup>a</sup>2, τὸ καλὸν καὶ αἰσχρὸν διαγεινώσκεσθαι ... ἐποίησα <i>Hymn.Is</i>.32 (Cime)<br /><b class="num">•</b>[[identificar]], [[reconocer]] c. ac. de pers. ἄνδρα ἕκαστον <i>Il</i>.7.424, ἵνα μὴ διαγιγνώσκοιμι τούτων μηδένα Ar.<i>Pl</i>.91, cf. Plb.4.4.5<br /><b class="num">•</b>c. otras constr. οὐδ' ἂν ... διαγνοίη λίνου ἢ καννάβιός ἐστι no distinguiría si es de lino o de cáñamo</i> Hdt.4.74, c. or. interr. διαγιγνώσκειν τὴν βοὴν ὁποτέρα μείζων Th.1.87, τῷδε ἄν τις διαγνοίη εἰ ὅμοιοί εἰσι en esto se podría discernir si son iguales</i> Hdt.1.134, περὶ δὲ τῶν ὡρέων ὧδε ἄν τις ἐνθυμεύμενος διαγινώσκοι ὁκοῖόν τι μέλλει ἔσεσθαι τὸ ἔτος Hp.<i>Aër</i>.10, δ. πότερον ... ἢ ... distinguir si ... o si ...</i> Arist.<i>Mete</i>.389<sup>a</sup>5<br /><b class="num">•</b>jur., en uso abs. [[discernir]], [[dilucidar]] la intencionalidad y el grado de participación en casos de homicidio δικάζɛ̄ν δὲ το̄̀ς βασιλέας ... το̄̀ς δὲ ἐφέτας διαγν[ō] ν[αι <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.104.13, cf. 35 (V a.C.).<br /><b class="num">II</b> sin rel. explícita c. varios términos<br /><b class="num">1</b> c. varias constr. [[observar]], [[advertir]], [[apreciar]] c. ac. ἐν τῷ διέγνως τοῦτο τῶν εἰρημένων; S.<i>El</i>.1186, c. ac. y part. pred. ὑμᾶς τε πάλαι διαγιγνώσκων ἐπετείους τὴν φύσιν ὄντας dándose cuenta de que vosotros sois de natural inconstante</i> Ar.<i>Eq</i>.518, c. or. interr. διάγνωθι πῶς διῆλθες τὴν ἔρημον LXX <i>De</i>.2.7, c. complet. διεγνωκότες ὅτι Isoc.3.47, διεγνωκότες [[διότι]] Arist.<i>Pol</i>.1266<sup>b</sup>16.<br /><b class="num">2</b> cien. [[adquirir un conocimiento exacto]] de los matemáticos περὶ τὰ μαθήματα διαγνώμεναι Archyt.l.c., tb. en v. med. τὸν κάνονα προσφέρομεν, ᾧ διαγιγνώσκεται aplicamos la plomada, con la que se obtiene un conocimiento exacto</i> Aeschin.3.199<br /><b class="num">•</b>medic. [[diagnosticar]] abs. ὥστε διαγνῶναι τοῖς φυσικοῖς καλὸν ἦν <i>AP</i> 11.241, tb. en v. med. διαγνώσεσθαι καλῶς ... τὸ πάθος Gal.8.14.<br /><b class="num">3</b> [[decidir]], [[resolver]], [[determinar]] c. inf. εἰ δὴ διαγινώσκοιεν σφίσι τε βοηθέειν Hdt.6.138, καὶ ἔσται καθότι διεγνώκειν ποιῆσαι αὐτούς LXX <i>Nu</i>.33.56, οὓς διεγνώκει μηδὲ ταφῆς ἀξιῶσαι los que había decidido que ni siquiera eran dignos de enterramiento</i> LXX 2<i>Ma</i>.9.15, περὶ τὸν Κλεομένη διέγνω ποιεῖσθαι τὴν μάχην Plb.2.66.8, cf. Luc.<i>Am</i>.9, Hdn.4.4.2, en v. pas. διέγνωστο λελύσθαι τε τὰς σπονδάς se había resuelto considerar que el tratado había sido roto</i> Th.1.118, διέγνωσται τὸν ἐπιμελητὴν παραγίνεσθαι ... εἰς Βερενικίδα <i>PTeb</i>.17.2 (II a.C.), εἰ δ' [[ἄλλως]] διέγνωσται, καί μοι δι[ασα] φήσατε <i>PTeb</i>.712.15 (II a.C.), τὸ διεγνωσμένον lo decidido</i> LXX 2<i>Ma</i>.3.23<br /><b class="num">•</b>en v. med. mismo sent. διαγνώσομαι τὰ καθ' ὑμᾶς resolveré lo que os concierne</i>, <i>Act.Ap</i>.24.22.<br /><b class="num">4</b> jur. y admin. [[sentenciar]], [[juzgar]], [[resolver]] ὀρθοῦσθαι δὲ χρὴ καὶ ψῆφον αἴρειν καὶ διαγνῶναι δίκην A.<i>Eu</i>.709, τὰς φονικὰς δίκας ὀρθῶς διαγιγνώσκειν Antipho 6.3, οἱ τριακάσιοι διαγνόντω τί [[δεῖ]] γίνεσθαι <i>Schwyzer</i> 656.8 (Tegea IV a.C.), ὁπό] σα μὲν ἂν ᾖ ἐντὸς [[δέκα]] δραχμῶν, κύριοι ὄ[ντων οἱ ἄ] ρχοντες διαγιγνώσκειν, τὰ δὲ ὑπὲρ [δ] έ[κ] α [δραχμὰς] ἐσαγόντων ἐς τὸ [[δικαστήριον]] <i>SEG</i> 26.72.24 (Atenas IV a.C.), en v. pas. διεγνωσμένη κρίσις veredicto emitido</i> Th.3.53, μενέτωσαν ἐν τοῖς ὑπὸ τούτου διαγνωσθεῖσι que se atenga a lo resuelto por él (el árbitro)</i>, Ley en D.21.94<br /><b class="num">•</b>más frec. en uso abs. [[decidir]] y esp. [[dictar sentencia]] <τ>οὶ Τεγεᾶται διαγνόντο κα<τ> τὸν θεθμόν <i>Schwyzer</i> 57B.11, cf. A.11 (Tegea V a.C.), ἵν' ἀκούσαντες παρ' ἀμφοτέρων ἄμεινον διαγνῶτε Lys.6.35, gener. c. περί y gen. περὶ δὲ σφῶν τὰ ὅπλα παραδόντων τὸν Ἀθηναίων δῆμον διαγνῶναι y que la asamblea popular ateniense decidiría sobre ellos una vez entregadas las armas</i> Th.4.46, ἵνα ... ἀκριβέστερον διαγιγνώσκωσι περὶ αὐτῶν D.28.10, cf. Lys.3.2, περὶ τοῦ πράγματος Lys.7.22, (οἱ ἀθλοθέται) διαγνώσονται περὶ τῶν γεινομένων τισὶν ἐν τῇ πανηγύρει ζητήσεων <i>IG</i> 5(1).18B.9 (Esparta II d.C.), en las ordenanzas reales ptol. en la expr. formular περὶ αὐτῶν ὁ βασιλεὺς διαγνώσεται el rey decidirá sobre su caso</i> aludiendo a la jurisdicción especial del soberano <i>PPetr</i>.3.42F(c).14 (III a.C.), cf. <i>COrd.Ptol</i>.21.10, <i>PRev.Laws</i> 14.1 (ambos III a.C.), οἱ δικασταὶ περὶ τούτου δ[ι] αγιγνωσκέ[τω] σαν <i>PHal</i>.1.135 (III a.C.), περὶ δὲ τῆς ὕβρεως Διοφάνην διαγνῶναι <i>PEnteux</i>.75.14 (III a.C.), (ὁ ἐπιστράτηγος) περὶ τοῦ πράγματος δια[γν] ώσετ[α] ι <i>POxy</i>.1132.53 (II d.C.).<br /><b class="num">III</b> [[leer de punta a cabo]] βίβλους τετταράκοντα Plb.3.32.2 (cód., pero v. [[διαναγιγνώσκω]]).
}}
}}