Anonymous

διαμιμνῄσκομαι: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(6_5)
(big3_11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαμιμνῄσκομαι''': ἀπαντᾷ μόνον ἐν τῷ παθ. πρκμ. διαμέμνημαι, διατηρῶ ἐν τῇ μνήμῃ, Ξεν. Ἀπομν. 1. 4, 13, Διον. Ἁλ. 4. 9.
|lstext='''διαμιμνῄσκομαι''': ἀπαντᾷ μόνον ἐν τῷ παθ. πρκμ. διαμέμνημαι, διατηρῶ ἐν τῇ μνήμῃ, Ξεν. Ἀπομν. 1. 4, 13, Διον. Ἁλ. 4. 9.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [sólo tema de perf.]<br /><b class="num">1</b> [[acordarse]], [[recordar]] c. ac. ὅσα ἂν ἀκούσῃ X.<i>Mem</i>.1.4.13, τὰς εὐεργεσίας D.H.4.9<br /><b class="num">•</b>c. gen. [[tener siempre en la memoria]], [[guardar un constante recuerdo]] τῶν σκωμμάτων [[αὐτοῦ]] D.Chr.32.98, τῆς οἴκαδε ἐπανόδου Ph.1.627, τῶν προστάξεων [[αὐτοῦ]] Ph.1.456, cf. 528.<br /><b class="num">2</b> en escritos [[mencionar]] c. gen. τῆς μὲν οὖν πρώτης (ἐκστάσεως) ἐν ταῖς ... γραφείσαις ἄραις διαμέμνηται Ph.1.509, διαγράφων βασιλείαν τοῦ θρόνου καὶ τραβέας διαμέμνηται Lyd.<i>Mag</i>.1.7.
}}
}}