3,270,629
edits
(6_5) |
(big3_11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαλωβάομαι''': ἀποθ., ἐπιτεταμ. τοῦ λωβάομαι, Πολύβ. 11. 4, 1, κτλ.·-μετοχ. παθ. πρκμ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., Πλούτ. Καίσ. 68, κτλ. | |lstext='''διαλωβάομαι''': ἀποθ., ἐπιτεταμ. τοῦ λωβάομαι, Πολύβ. 11. 4, 1, κτλ.·-μετοχ. παθ. πρκμ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., Πλούτ. Καίσ. 68, κτλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [act. Mich.<i>in EN</i> 503.21]<br /><b class="num">1</b> [[destruir]], [[mutilar]] τὸ ὅλον σῶμα Did.<i>in D</i>.13.12, cf. <i>Orac.Sib</i>.12.66, Chrys.M.55.353, en v. pas. τὸ σῶμα ... ταῖς πληγαῖς διαλελωβημένον Plu.<i>Caes</i>.68, τῶν ἐκ τῆς χαλεπῆς νόσου διαλωβηθέντων Gr.Nyss.<i>Paup</i>.2.113.28<br /><b class="num">•</b>fig. [[pervertir]] en v. pas. διαλελωβημέναι δόξαι opiniones pervertidas</i> Plu.2.986e.<br /><b class="num">2</b> [[profanar]], [[ultrajar]] las ofrendas de un santuario, Plb.11.7.2, τὰ μὲν πυρί, τὰ δὲ σιδήρῳ διελωβᾶτο τῶν ἱερῶν Str.17.1.27, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ Gr.Nyss.<i>V.Gr.Thaum</i>.45.9, τὸν ὑγιαίνοντα τῆς πίστεως λόγον Gr.Nyss.<i>Maced</i>.89.8<br /><b class="num">•</b>[[vilipendiar]] τὴν τοῦ Παρμενίδου πραγματείαν Procl.<i>Theol.Plat</i>.1.38.24. | |||
}} | }} |