Anonymous

διαπεράσιμος: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(6_3)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπεράσιμος''': [ᾱ], -ον, ὁ διαπεραστικός, [[ὀξύς]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Μ. 439, κτλ.
|lstext='''διαπεράσιμος''': [ᾱ], -ον, ὁ διαπεραστικός, [[ὀξύς]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Μ. 439, κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[accesible]]glos. a [[βατός]] Hsch.<br /><b class="num">2</b> [[penetrante]] de la voz, como expl. de [[διαπρύσιος]]: δ. εἰς ἀκοάς Sch.<i>Il</i>.12.439, cf. Eust.709.48.
}}
}}