Anonymous

δυσέψανος: Difference between revisions

From LSJ
big3_12
(6_18)
(big3_12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσέψᾰνος''': -ον, Σουΐδ., δυσκολόβραστος, κακόβραστος· δυσέψητος, ον, Α. Β. 20
|lstext='''δυσέψᾰνος''': -ον, Σουΐδ., δυσκολόβραστος, κακόβραστος· δυσέψητος, ον, Α. Β. 20
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[difícil de digerir]] Sud.s.uu. ἑψανόν, τέραμνον.
}}
}}