Anonymous

ἐμπυελίδιον: Difference between revisions

From LSJ
big3_14
(6_21)
(big3_14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμπυελίδιον''': τό, καὶ ἐμπυελίς, ίδος, ἡ, ([[πύελος]]), [[κοίλωμα]] ἢ ὀπή, ἐν ᾗ εἰσέρχεται κνώδας ([[ἄξων]]) τροχοῦ, οἱ μὲν τροχοὶ περὶ κνώδακας [[σιδηροῦς]] ἐμβεβηκότας εἰς ἐμπυελίδας σιδηρᾶς Ἥρων π. Αὐτομ. 251, 245.
|lstext='''ἐμπυελίδιον''': τό, καὶ ἐμπυελίς, ίδος, ἡ, ([[πύελος]]), [[κοίλωμα]] ἢ ὀπή, ἐν ᾗ εἰσέρχεται κνώδας ([[ἄξων]]) τροχοῦ, οἱ μὲν τροχοὶ περὶ κνώδακας [[σιδηροῦς]] ἐμβεβηκότας εἰς ἐμπυελίδας σιδηρᾶς Ἥρων π. Αὐτομ. 251, 245.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, τό<br />mec. [[cojinete]], [[soporte]] sobre el que gira un eje, Hero <i>Aut</i>.10.1, 11.9.
}}
}}