Anonymous

ἐναισχύνομαι: Difference between revisions

From LSJ
big3_14
(6_4)
(big3_14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐναισχύνομαι''': αἰσχύνομαι ἐν, ἐντρέπομαι διά τι [[πρᾶγμα]], Σχόλ. εἰς Σοφ. Τραχ. 803, Δίων Κ. 38. 38.
|lstext='''ἐναισχύνομαι''': αἰσχύνομαι ἐν, ἐντρέπομαι διά τι [[πρᾶγμα]], Σχόλ. εἰς Σοφ. Τραχ. 803, Δίων Κ. 38. 38.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[avergonzarse]] ἡμεῖς ἐναισχυνθῆναι ἔχομεν <i>Hom.Clem</i>.11.32, cf. dud. act. ἐναιχύνειν glos. a κυπτάζειν Hsch.
}}
}}