Anonymous

σύντριμμα: Difference between revisions

From LSJ
strοng
(6_21)
(strοng)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σύντριμμα''': τό, [[κάταγμα]], ἐὰν μή τι ἔχῃ [[σύντριμμα]] τὸ [[ξύλον]] Ἀριστ. π. Ἀκουστ. 34, Ἑβδ. (Λευϊτ. ΚΑ΄, 19). ΙΙ. [[καταστροφή]], [[ὄλεθρος]], [[αὐτόθι]] (Ἡσαΐ. ΝΘ΄, 7, Ἱερεμ. Γ΄, 22).
|lstext='''σύντριμμα''': τό, [[κάταγμα]], ἐὰν μή τι ἔχῃ [[σύντριμμα]] τὸ [[ξύλον]] Ἀριστ. π. Ἀκουστ. 34, Ἑβδ. (Λευϊτ. ΚΑ΄, 19). ΙΙ. [[καταστροφή]], [[ὄλεθρος]], [[αὐτόθι]] (Ἡσαΐ. ΝΘ΄, 7, Ἱερεμ. Γ΄, 22).
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[συντρίβω]]; [[concussion]] or [[utter]] [[fracture]] ([[properly]], concretely), i.e. [[complete]] [[ruin]]: [[destruction]].
}}
}}