3,277,242
edits
(Bailly1_5) |
(47b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />qui concerne les oracles, les prophéties.<br />'''Étymologie:''' [[χράω]]³. | |btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />qui concerne les oracles, les prophéties.<br />'''Étymologie:''' [[χράω]]³. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ία, -ον, θηλ. και -<i>ος</i>, Α<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[μαντείο]], [[προφητικός]] («χρηστηρίους ὄρνιθας», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> (ως [[προσωνυμία]] του Απόλλωνος) αυτός που δίνει χρησμούς<br /><b>3.</b> αυτός που προορίζεται ή [[είναι]] [[κατάλληλος]] για [[χρήση]], [[χρηστικός]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ χρηστήρια</i><br />(με ή [[χωρίς]] τη λ. <i>σκεύη</i>) μαγειρικά σκεύη ή έπιπλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει σχηματιστεί από το θ. του ρ. <i>χρή</i> «[[πρέπει]], χρειάζεται, [[είναι]] [[ανάγκη]]», με κατάλ. -<i>τήριος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>πιεσ</i>-<i>τήριος</i>), και εμφανίζει δυσερμήνευτο -<i>σ</i>- (για τη σημ. του τ. <b>βλ. λ.</b> <i>χρή</i>)]. | |||
}} | }} |