Anonymous

χώννυμι: Difference between revisions

From LSJ
1,552 bytes added ,  29 September 2017
47c
(Bailly1_5)
(47c)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. et impf. Act. et f. Pass. 3ᵉ sg.</i> χωσθήσεται;<br />amonceler de la terre <i>ou</i> du sable : [[χῶμα]] <i>ou</i> χώματα ATT faire un terrassement, une jetée ; τάφον SOPH, τύμβον EUR élever une tombe au moyen de terre amoncelée.<br />'''Étymologie:''' [[χόω]].
|btext=<i>seul. prés. et impf. Act. et f. Pass. 3ᵉ sg.</i> χωσθήσεται;<br />amonceler de la terre <i>ou</i> du sable : [[χῶμα]] <i>ou</i> χώματα ATT faire un terrassement, une jetée ; τάφον SOPH, τύμβον EUR élever une tombe au moyen de terre amoncelée.<br />'''Étymologie:''' [[χόω]].
}}
{{grml
|mltxt=και χωννύω Α<br />μτγν. τ. του χῶ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο ενεστ. [[χώννυμι]] (<span style="color: red;"><</span> <i>χώσ</i>-<i>νυμι</i>, <b>[[πρβλ]].</b> [[ζώννυμι]]) [[είναι]] μτγν., δευτερογενώς σχηματισμένος τ. για [[αντικατάσταση]] του άχρηστου ενεστ. <i>χόω</i>, -<i>ῶ</i> (<b>[[πρβλ]].</b> τους τ. <i>ἔχουν</i>, <i>προσ</i>-<i>χοῖ</i>, <i>χοῦσι</i>, <i>χοῦν</i>), ο [[οποίος]] θα μπορούσε να θεωρηθεί μετονοματικό παράγωγο του [[χόος]]/[[χοῦς]] (<b>βλ. λ.</b> <i>χέω</i>). Αρχικός τ. του συστήματος του [[χώννυμι]] [[πρέπει]] να θεωρηθεί ο αόρ. <i>χῶσ</i>-<i>αι</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>χοῶσαι</i>, με [[συναίρεση]]). Ο αόρ. <i>χῶσαι</i>, [[ωστόσο]], θα μπορούσε να προέλθει από <i>χοῆσαι</i> από αμάρτυρο ενεστ. τ. <i>χοέω</i>, επιτατικό τ. του ρ. <i>χέω</i> με φωνηεντισμό -<i>ο</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σεύομαι</i>: <i>σοFέομαι</i>, <b>βλ. λ.</b> [[σεύω]]). Για τη [[συναίρεση]], [[τέλος]], του <i>χοῆσαι</i> &GT; <i>χῶσαι</i>, <b>[[πρβλ]].</b> [[νοέω]]: <i>νοῆσαι</i> &GT; <i>νῶσαι</i>].
}}
}}