ventero
From LSJ
ἀεὶ φέρει τὶ Λιβύη καινὸν κακόν → Libya always bears some new evil
Spanish > Greek
ἀπαντητής, κάπηλος, ξεινοδόκος, ξενηδόκος, ξενοδόκος, ξενοδόχος, πανδοκεύς, πανδοκεύτρια, πανδοχεύς
ἀεὶ φέρει τὶ Λιβύη καινὸν κακόν → Libya always bears some new evil
ἀπαντητής, κάπηλος, ξεινοδόκος, ξενηδόκος, ξενοδόκος, ξενοδόχος, πανδοκεύς, πανδοκεύτρια, πανδοχεύς