Αλεξανδρεύς

From LSJ

Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → Iuvenem magis tacere quam fari decet → Dem jungen Mann steht Schweigen mehr als Reden an

Menander, Monostichoi, 375

Greek Monolingual

Ἀλεξανδρεὺς (-έως), ο (Α) Ἀλεξάνδρεια
αυτός που κατάγεται από την Αλεξάνδρεια.