Μαιήτης

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
ion. c. Μαιώτης;
1 le fl. Tanaïs (Don);
2 οἱ Μαιῆται HDT les peuples de la région du Palus-Méotis.

Greek Monolingual

Μαιήτης, ὁ (Α)
ιων. τ. βλ. Μαιώτις.