τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
το (Α ἀκρόπρωρον) το άκρο της πλώρης πλοίου.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀκρο- (Ι) + πρῷρα (πρώρα)].