ακτινολαμπής

From LSJ

κατὰ τὸ φιλόκαλον πειραθέντα κατανοῆσαι → see by working out the calculation

Source

Greek Monolingual

-ές
ο ακτινοβόλος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ακτίνα + -λαμπής < λάμπω.