αλεποφωλιά

From LSJ

χρόνῳ μὲν ἀγρεῖ Πριάμου πόλιν ἅδε κέλευθος → in time this expedition will capture the city of Priam

Source

Greek Monolingual

και αλουποφωλιά, η
φωλιά αλεπούς, αλεπότρυπα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεπού + φωλιά].