αλλοπιστεύω
From LSJ
Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
Greek Monolingual
αλλαξοπιστώ.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλλοπιστώ. Ο μεταπλασμός κατά το ρ. πιστεύω].
Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
αλλαξοπιστώ.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλλοπιστώ. Ο μεταπλασμός κατά το ρ. πιστεύω].