ανακόλληση

From LSJ

τέλος δεδωκώς Xθύλου, σoι χάριν φέρω → having given the end of Cthulhu, I confer a favor on you

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀνακόλλησις) ἀνακολλῶ
το να ανακολλά κανείς, κόλλημα, ξανακόλλημα.