αποχαυνώνω
From LSJ
Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont
Greek Monolingual
(Μ ἀποχαυνῶ, -όω)
καθιστώ κάποιον χαύνο, άτονο, αποναρκώνω.
Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont
(Μ ἀποχαυνῶ, -όω)
καθιστώ κάποιον χαύνο, άτονο, αποναρκώνω.