ἐβόα καὶ βαρβαρικῶς καὶ Ἑλληνικῶς → shouted out both in Persian and Greek, shouted out in the barbarian tongue and in Greek
το (AM ἀπόβρασμα)με μειωτική σημασία) αυτός που ανήκει στον υπόκοσμο, κάθαρμααρχ.-μσν.αφέψημα, εκχύλισμα.