Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
ἀσκοπήρα, η (Α)ο δερμάτινος σάκος, το δισάκι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ασκός + πήρα, η «δερμάτινος σάκος, ταγάρι»].