ασυνήθιστος

From LSJ

ἔτυχες εἰς τὴν μάχην ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ πεμφθεὶς → you happened to be sent into the battle by the general

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
1. αυτός που δεν έχει συνηθίσει σε κάτι, ο αμάθητος
2. σπάνιος
3. ιδιόρρυθμος.