πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated
-ή, -ό αυγή1. πρωινός, ορθινός2. το θηλ. ως ουσ. η αυγινήη αυγή, το πρωί3. το ουδ. ως ουσ. το αυγινόη αυγή.