δίαγμα

From LSJ

τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite

Source

Spanish (DGE)

-ματος, τό esquirla διάγματα· διακλάσματα Hsch.