δεκάτωσις

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 décima parte Hero Mens.61.13.
2 diezmo ἡ δ. τῷ Κυρίῳ γενικῶς ἐπινενόηται Didym.Trin.1.15.80, cf. Epiph.Const.Haer.16.1.5, Rom.Mel.51.κγʹ.1, 9.

Greek Monolingual

δεκάτωσις, η (AM) δεκατώ
η επιβολή του φόρου της δεκάτης.