εθελημός

From LSJ

Βιοῖ γὰρ οὐδείς, ὃν προαιρεῖται βίον → Homo nullus aevum degit arbitri sui → Denn keiner lebt sein Leben, wie er es geplant

Menander, Monostichoi, 65

Greek Monolingual

ἐθελημός, -όν (Α)
εκούσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. (ε)θελη- (εθελήσω, ηθέλησα)].