εντριτεία

From LSJ

γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → it is silence that gives women dignity

Source

Greek Monolingual

ἐντριτεία, η (Μ)
το έντριτον: φεουδαλικός φόρος ίσος με το ένα τρίτο του εισοδήματος.