ἐν τῷ θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβων → wearing out one's cloak in summertime
-εςαυτός που μοιάζει με ερύθημα, που παρουσιάζει συμπτώματα όμοια με ερύθημα («ἐρυθηματώδης λύκος»).[ΕΤΥΜΟΛ. < ερύθημα. Η λ. μαρτυρείται από το 1839 στον Ιωάννη Ορλάνδο].