ηλιοκόμας
From LSJ
Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück
Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück
ἡλιοκόμας, ό (Μ)
αυτός του οποίου τα μαλλιά είναι λαμπερά σαν τον ήλιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο- + -κόμας (< κόμη), πρβλ. κηποκόμας, στραβαλοκόμας].