ηλιόγερμα

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source

Greek Monolingual

και λιόγερμα, το
το ηλιοβασίλεμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο- + γέρμα (< γέρνω)].