κατασκευαστῶς

From LSJ

Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)

Source

Greek (Liddell-Scott)

κατασκευαστῶς: Ἐπίρρ., κατασκευασμένως, μετὰ κατασκευῆς, Εὐκλ. 601.