κι

From LSJ

τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger

Source

Greek Monolingual

(σύνδ. πριν από φωνήεν) και («κι εγώ»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. και].