τί ἥδιστον, τὸ ἐπιτυγχάνειν → what's pleasant, to get the goal
ηη ιδιότητα του λεπτοφυούς.[ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτοφυής. Η λ. μαρτυρείται από το 1850 στον Γ. Α. Γεράκη].