Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit
ηλώβα, λέπρα.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του λώβα «λέπρα», κατά τα θηλ. σε -ιά].