μακεδονήσι

From LSJ

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source

Greek Monolingual

το (Μ μακεδονήσιον)
ο μαϊντανός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. macedonense (βλ. και μαϊντανός)].