μεγάμετρο

From LSJ

ἔστι γὰρ ὁ φίλος ἄλλος αὐτός → a friend, you see, is another self

Source

Greek Monolingual

το
μονάδα μήκους για τη μέτρηση μεγάλων αποστάσεων, η οποία είναι ίση με το ένα τεσσαρακοστό του αναπτύγματος του γήινου ισημερινού, δηλαδή με 1.000 χιλιόμετρα.