μελισσοτόπι
From LSJ
νῦν εὐπλόηκα, ὅτε νεναυάγηκα → I made a prosperous voyage when I suffered shipwreck
Greek Monolingual
το
1. τόπος όπου είναι εγκατεστημένες κυψέλες μελισσών, μελισσόκηπος
2. τόπος πρόσφορος για την εγκατάσταση μελισσοκομείου.
νῦν εὐπλόηκα, ὅτε νεναυάγηκα → I made a prosperous voyage when I suffered shipwreck
το
1. τόπος όπου είναι εγκατεστημένες κυψέλες μελισσών, μελισσόκηπος
2. τόπος πρόσφορος για την εγκατάσταση μελισσοκομείου.