μεσίτρια

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558

German (Pape)

[Seite 138] ἡ, = Vor., VLL. nach Hdn. π. διχρ. μεσήτρια.

Greek Monolingual

η (Μ μεσίτρια)
βλ. μεσίτης.