Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μουσοεπής

From LSJ

Κάλλιστα πειρῶ καὶ λέγειν καὶ μανθάνειν → Bonis dicendis et discendis dato operam → Zu sagen Schönstes und zu lernen mühe dich

Menander, Monostichoi, 284

Greek Monolingual

μουσοεπής, -ές (Α)
αυτός που μιλά με μουσικό τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + -επής (< ἔπος), πρβλ. αληθοεπής, θεοεπής].