μπαχάρι

From LSJ

Κακῷ σὺν ἀνδρὶ μηδ' ὅλως ὁδοιπόρει → Hominem malignum nec viae comitem cape → Nimm einen Schurken nie zum Wegbegleiter dir

Menander, Monostichoi, 302

Greek Monolingual

το
1. μαύρο πιπέρι
2. κάθε αρωματικό μαγειρικό καρύκευμα
3. θαλασσινή ελαφριά αύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bahar].